Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χρέος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χρέος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Γιατί δεν μιλάει κανείς συγκεκριμένα για το χρέος;

Σάββατο, 26 Απριλίου 2014


Γιατί δεν μιλάει κανείς συγκεκριμένα για το χρέος;


Του Δημήτρη Καζάκη 
Αν σταματήσουμε για λίγο και σκεφτούμε μακριά από τις εντυπώσεις που δημιουργούν τα μέσα μαζικής προπαγάνδας, θα δούμε ότι ο πολιτικός διάλογος στη χώρας μας – αν υποθέσουμε ότι υφίσταται κάτι τέτοιο – δεν αφορά καθόλου τα θεμελιώδη προβλήματα της κατάστασής μας. Ποιο είναι λοιπόν το βασικό, το θεμελιώδες πρόβλημα της χώρας; Το χρέος. Τι κάνουμε με το χρέος.

Υπάρχει εχέφρων άνθρωπος σήμερα στην Ελλάδα, που μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός αυτό; Δεν νομίζωΚι όμως. Τι παρατηρούμε στις αναμετρήσεις του επίσημου πολιτικού σκηνικού; Απουσιάζει σχεδόν κάθε σοβαρή συζήτηση για το τι μπορούμε να κάνουμε με το χρέος και πώς αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί αποφασιστικά. Δείτε ειδικά τις αντιπαραθέσεις των δελφίνων για την κυβέρνηση. Το χρέος περνά στο ντούκου. Σαν κάτι εντελώς δευτερεύων.


Μαζί στο ίδιο παιχνίδι

Το γιατί κάνει τέτοιο η κυβερνώσα παράταξη είναι εύκολα κατανοητό. Αποστολή της είναι η υπεράσπιση των συμφερόντων των δανειστών κι επομένως έχουν τεθεί στον αυτόματο πιλότο των πιο κερδοσκοπικών ορέξεών τους. Αυτό που δεν είναι κατανοητό, είναι γιατί η αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και η υπόλοιπη αντιπολίτευση, ακολουθεί κατά βήμα. Ενώ το φυσιολογικό θα ήταν να είχαν αναδείξει το ζήτημα του χρέους ως κορυφαίο, πράττουν ακριβώς το αντίθετο. Το έχουν υποβαθμίσει ως ένα στοιχείο της πολιτικής τους, όταν συνιστά την αφετηρία κάθε πολιτικής σήμερα στην Ελλάδας. Ενώ λένε ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, αρνούνται να μιλήσουν συγκεκριμένα. Χρησιμοποιούν μόνο συνθήματα.

Μα πώς είναι δυνατόν να μην μιλάς για το πώς θα κάνεις το χρέος βιώσιμο, ώστε να πάψει να αποτελεί κορυφαίο αναστολέα της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης της χώρας υπέρ του λαού και των εργαζομένων; Πώς είναι δυνατόν να το προσπερνάς μιλώντας γενικά και αόριστα για αναδιάρθρωση με κούρεμα και πληρωμή του υπολοίπου με ρήτρα ανάπτυξης; Γιατί δεν λες πώς θα το κάνεις; Με βάση ποια διεθνή πρακτική και μεθοδολογία; Επενδύοντας στην καλή διάθεση των δανειστών; Ελπίζοντας ότι μια ωραία πρωία άγνωστο πού, άγνωστο πώς, άγνωστο από ποιόν, θα γεννηθεί ξαφνικά μια μεγάλη Ευρωπαϊκή Συνδιάσκεψη για την μείωση συνολικά του χρέους στην ευρωζώνη, ή την ΕΕ; Είναι όλα αυτά σοβαρή πρόταση;

Αν έχετε προσέξει, κανείς στην αντιπολίτευση δεν θέλει το άνοιγμα μιας τέτοιας συζήτησης. Κανείς δεν θέλει να μιλήσει συγκεκριμένα και να δεσμευτεί για το τι πρέπει να γίνει με το χρέος. Ούτε και οι καλοί μας δημοσιογράφοι, οι οποίοι αν υπήρχε στον τόπο μας ελευθερία του τύπου και της ενημέρωσης, μπορούσαν κάλλιστα να εξαναγκάσουν τις πολιτικές δυνάμεις να μιλήσουν για όλα αυτά που δεν θέλουν, ή τα αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι. Ωστόσο, ο συνδυασμός μιας τρομακτικής αμορφωσιάς που διακρίνει το συνάφι, ιδίως τους πιο προβεβλημένους, η οποία συμπληρώνεται από την ξιπασιά εκείνου που εκ θέσεως δήθεν τα γνωρίζει όλα, αλλά και ο ασφυκτικός έλεγχος των εργολάβων της ενημέρωσης, δεν επιτρέπουν να υπάρξει σοβαρή δημοσιογραφία στον τόπο μας.

Από κοντά και το ΚΚΕ

Ακόμη και το ΚΚΕ που τυπικά τάσσεται υπέρ της διαγραφής του χρέους, μένει με επιμονή μόνο και αποκλειστικά στο σύνθημα χωρίς να μιλά για το «πώς». Λες και το χρέος μπορεί να διαγραφεί έτσι απλά από μια κυβέρνηση par ordre du mufti, με διαταγή του μουφτή. Όποια κι αν είναι αυτή, ότι κι αν πρεσβεύει.

Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να αδειάσεις, να γελοιοποιήσεις, να ξεφτιλίσεις στα μάτια του κόσμου ένα τόσο επίκαιρο αίτημα, από την μετατροπή του σ’ ένα απλό σύνθημα για χρήση μόνο των πιστών οπαδών. Ένα σύνθημα που η υλοποίησή του ανάγεται στην αποκλειστική πολιτική φαντασίωση της ηγεσίας του ΚΚΕ με τον ίδιο τρόπο που για κάθε θρησκόληπτο η λύτρωση του ανθρώπου από τα επίγεια κακά ανάγεται στην επουράνια ζωή. Απλά στη λογική της ηγεσίας του συγκεκριμένου κόμματος αυτό το άλμα λογικής ονομάζεται «επανάσταση» και έχει την ίδια σημασία που στη λογική του θρησκόληπτου κατέχει η έννοια του θανάτου.

Αυτή άλλωστε είναι και η θέση αυτού του κόμματος στον εσωτερικό καταμερισμό εργασίας του καθεστωτικού πολιτικού συστήματος σήμερα. Όσο περισσότερο ο εργαζόμενος λαός αγανακτεί από την ατολμία, την συγκαταβατικότητα και την αδυναμία να μιλήσουν για συγκεκριμένες λύσεις τα κόμματα διαχείρισης της υπάρχουσας εξουσίας, έχεις το ΚΚΕ να διδάσκει τα οφέλη της πολιτικής αδιαφορίας και παραίτησης.

Να διδάσκει δηλαδή ότι απαγορεύεται από θέση αρχής στον λαό και τους εργαζόμενους να χρησιμοποιούν κάθε υπαρκτό μέσο πάλης, κάθε δυνατότητα και ιστορική κατάκτηση του σύγχρονου πολιτισμού, με το πρόσχημα ότι τα όπλα και τα μέσα του αγώνα τους θα πρέπει αναγκαστικά να τα αντλήσουν από τον καπιταλισμό κι επομένως έχουν βεβηλωθεί στον αιώνα τον άπαντα. Μόνο μια εξαίρεση κάνουν σ’ όλα αυτά, την ψήφο στο κόμμα που μεταφράζεται σε κρατική επιδότηση για τους άεργους του μηχανισμού.

Πόσες και πόσες φορές δεν τους έχουμε ακούσει να λένε ότι αν είναι ο λαός και οι εργαζόμενοι να βελτιώσουν τη θέση τους και να πετύχουν μια διαγραφή του χρέους εντός του καπιταλισμού, τότε είναι δώρο, άδωρο. Το μόνο που τους επιτρέπεται είναι να καταγγέλλουν συλλήβδην τον καπιταλισμό και να συμπεριφέρονται σαν γνήσιοι πιστοί, οι οποίοι περιφρονώντας τις καθημερινές τους ανάγκες, οφείλουν να αναφωνήσουν: «Ας καταρρεύσει η χώρα μας, ας χαθεί το γένος μας, ας πεθάνουμε στην πείνα εμείς και οι οικογένειές μας, αλλά προς θεού ας μείνουν αμόλυντες οι αιώνιες αρχές μας!» Είναι η σημερινή παραλλαγή μιας παλιάς μεσαιωνικής θρησκευτικής αίρεσης που ονομάζονταν «Καθαροί» και πρέσβευαν την απόλυτη ταύτιση με το Θείο, μακριά από κάθε καθημερινή ανάγκη.

Για την ηγεσία του ΚΚΕ η καταγγελία του καπιταλισμού γενικά δεν είναι παρά το συνώνυμο της άρνησης κάθε εγκόσμιας ανάγκης, κάθε απαίτησης της αληθινής ζωής, προκειμένου, σύμφωνα με τον Δάντη της Θείας Κωμωδίας, ο πιστός να υποστεί την Κάθαρση για να βρεθεί στον Παράδεισο. Γι’ αυτό και αρνείται να μιλήσει με όρους αιτημάτων που μπορεί να παλέψει ο λαός προκειμένου να δει άμεσα και πρακτικά αποτελέσματα. Ένας τέτοιος αγώνας είναι δώρο, άδωρο, λέει και ξαναλέει. Μιλά με συνθήματα που εισάγουν τους πιστούς στην προσμονή μιας άλλης κοινωνίας, η οποία, όπως όλα τα προϊόντα της γνήσιας πίστης, είναι τόσο εφικτή, όσο και ο Παράδεισος του Δάντη. 

Το σύνθημα λοιπόν της ηγεσίας του ΚΚΕ για διαγραφή του χρέους, δεν αφορά στον αγώνα να συσπειρωθεί η μεγάλη πλειοψηφία του λαού γύρω από το δημοκρατικό αίτημα του σβησίματος του χρέους χωρίς υποθήκες σε βάρος της χώρας και του λαού. Αφορά στην περιχαράκωση των πιστών οπαδών της στο κομματικό μαντρί, αλλά και στην επιβολή πρόσθετων διαχωρισμών μέσα στις τάξεις του ίδιου του λαού με βάση του τι πιστεύει κανείς για τον καπιταλισμό και το κεφάλαιο γενικά. Αυτή είναι η αποστολή της ηγεσίας του και γι’ αυτό επιδοτείται αδρά από το κατοχικό κράτος.

Αν δεν απαντάς στο χρέος, δεν απαντάς σε τίποτε.

Ωστόσο, το ζήτημα παραμένει κορυφαίο. Γιατί δεν μιλά κανείς συγκεκριμένα για το τι μπορεί να γίνει με το χρέος; Οι κυβερνώντες απαντούν ότι από την στιγμή που η Ελλάδα αποκαταστήσει την «αξιοπιστία» της στις αγορές, θα μπορεί να βγει να δανειστεί κι επομένως θέμα χρέους δεν υφίσταται. Αυτή η θέση από μόνη της είναι ο ορισμός της χρεοκοπίας.

Από την άλλη, η αξιωματική αντιπολίτευση υπόσχεται ότι θα διαπραγματευθεί μια νέα αναδιάρθρωση του χρέους με τέτοιο «κούρεμα» ώστε να μετατρέπει το υπόλοιπο του χρέους σε βιώσιμο. Αν και κανείς από τα ευφάνταστα ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν μας έχει εξηγήσει τι εννοεί βιώσιμο χρέος, εμείς θεωρούμε – ίσως αυθαίρετα – ότι εννοούν εκείνο το υπόλοιπο χρέους, του οποίου η εξυπηρέτηση δεν αποτρέπει τουλάχιστον την πραγματική άνοδο του βιοτικού επιπέδου του λαού και την ευημερία της χώρας.

Με αυτό το κριτήριο γιατί δεν μας λένε ποιο από το υφιστάμενο δημόσιο χρέος θεωρούν βιώσιμο; Ο κ. Σταθάκης, μπερδεύοντας το επαχθές με το απεχθές χρέος μίλησε για 5%. Γιατί καλύτερα δεν μας λέει ο φέρελπις αυτός επιστήμων – που ο κ. Τσίπρας μπροστά στον πρόεδρο του ΣΕΒ τον έχρισε από τώρα ως μέλλοντα υπουργό οικονομικών, έστω κι αν δεν ξέρει ο άνθρωπος ούτε καν να ξεχωρίσει το επαχθές από το απεχθές χρέος – πόσο από το υφιστάμενο δημόσιο χρέος θεωρεί βιώσιμο; Πόσο μπορεί η σημερινή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας να σηκώσει με όρους εξυπηρέτησης του χρέους; Γιατί κανένας τους δεν μιλά με αριθμούς, ή τουλάχιστον πολύ συγκεκριμένα για ένα τόσο σπουδαίο, κορυφαίο ζήτημα;

Πώς είναι δυνατόν να πιστέψουμε ότι οι κύριοι της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι όντως διατεθειμένοι να διαπραγματευθούν την μείωση του χρέους της χώρας, ώστε αυτό να γίνει βιώσιμο, χωρίς να λένε κουβέντα για το τι θεωρούν αυτοί ως βιώσιμο; Πόσο επί τοις εκατό στο εθνικό εισόδημα, ή στις εξαγωγές, ή στο ΑΕΠ ως εξυπηρέτηση χρέους μπορεί να αντέξει η ελληνική οικονομία χωρίς να βιάζεται συστηματικά ο λαός; Ξέρουν, ή βαδίζουν στα τυφλά κι όποιον πάρει ο χάρος;

Το παράδειγμα του Περού

Δυστυχώς, το μόνο που ακούμε και βλέπουμε είναι αοριστίες και γενικότητες που δεν δεσμεύουν κανέναν και για τίποτε. Για να καταλάβει κανείς τι σημαίνει στ’ αλήθεια διαπραγμάτευση με τους δανειστές μιας χώρας από κάποιον που όντως θέλει να αλαφρώσει τον λαό και να γλυτώσει την χώρα από τα δεσμά του χρέους, θα αναφέρουμε ένα παράδειγμα. Μετά την ανακοίνωση του Μεξικό το 1982 ότι αναστέλλει τις πληρωμές του χρέους του, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική αγορά αντιμετώπισε μια πολύ μεγάλη κρίση χρέους. Αυτή επικεντρώθηκε στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπου βασικός δανειστής τους ήταν οι αμερικανικές τράπεζες.

Μια από τις πιο φτωχές χώρες της ηπείρου που πλήγηκε καίρια από την κρίση χρέους, η οποία ήταν αποτέλεσμα των ίδιων μ’ εμάς στυγνών νεοφιλελεύθερων πολιτικών από το ΔΝΤ για πάνω από 5 χρόνια, ήταν το Περού. Στις 14 Απριλίου 1985 τις προεδρικές εκλογές του Περού κερδίζει ο Άλαν Γκαρσία συγκεντρώνοντας το 45% του εκλογικού σώματος.

Ο Γκαρσία, ο οποίος ονομάστηκε και «Κένεντι της Λατινικής Αμερικής», ανέλαβε την προεδρεία σε ηλικία 36 ετών με μια εναρκτήρια ομιλία δριμύτατης καταγγελίας εναντίον όσων είχαν επιβάλλει τις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού στο Περού, που εμείς στην Ελλάδα ονομάζουμε πολιτικές των μνημονίων. Κατήγγειλε ανοιχτά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ως ένα «σύγχρονο σύστημα του ιμπεριαλισμού.» Ο Γκαρσία είπε καθαρά: «Εμείς δεν έχουμε πάρε-δώσε με το ΔΝΤ… Θα παλέψουμε τις τράπεζες. Αυτές είναι ο εχθρός μας!» (Wall Street Journal, 30/8/1985) Και δήλωσε κάτι που δημιούργησε ρίγη τρόμου στις διεθνείς χρηματαγορές. Το Περού θα περιορίσει την εξυπηρέτηση του χρέους του μόλις σε 10% των εσόδων της οικονομίας του από τις εξαγωγές. Ήταν μια δέσμευση που είχε αναλάβει ως αντιπολίτευση και την τιμούσε ως εκλεγμένος Πρόεδρος του Περού.

Γιατί 10% των εσόδων από τις εξαγωγές; Διότι τόσο εκτιμούσε ότι μπορούσε να εξυπηρετήσει προκειμένου να του μείνουν πόροι για να αντιμετωπίσει την τρομακτική ανεργία, την φτώχεια, την ανέχεια, την οικονομική δυσπραγία και κατάρρευση. Κι δεν έμεινε εκεί. Την ίδια χρονιά πρωτοστατεί στη συνάντηση 11 κρατών της ηπείρου στην Καρθαγένη της Κολομβίας προκειμένου από κοινού να σχηματίσουν μέτωπο διαπραγμάτευσης με τους δανειστές.

Αυτό σημαίνει είμαι αποφασισμένος να διαπραγματευτώ με τους δανειστές και να πετύχω μείωση του χρέους. Καθορίζω πόσο είναι εκείνο που μπορεί η οικονομία μου και ο λαός να αντέξει ως εξυπηρέτηση χρέους και το δηλώνω ευθαρσώς στους δανειστές. Έτσι καθορίζεται το ποσοστό του χρέους που πρέπει να σβήσει. Ανεξάρτητα από το τι δέχονται, ή δεν δέχονται οι δανειστές. Φαντάζεστε τον Τσίπρα, ή έστω τον Καμμένο να κάνουν τέτοιες δηλώσεις; Να αναλαμβάνουν τέτοιου είδους δεσμεύσεις; Ούτε κατά φαντασία.

Αξίζει τον κόπο να πούμε σύντομα τι απέγινε ο Γκαρσία του Περού. Έμπλεξε σ’ έναν ολόκληρο κυκεώνα διαπραγματεύσεων με το ΔΝΤ και τις τράπεζες, ελπίζοντας ότι μπορεί να τους πείσει να δεχτούν οικιοθελώς το «κούρεμα» του χρέους του Περού κατά 60-70% ώστε να γίνει βιώσιμο. Προσπάθησε να εθνικοποιήσει το τραπεζικό σύστημα, αλλά οι απειλές του ΔΝΤ και των δανειστών να αποσυρθούν από τις διαπραγματεύσεις, τον έκαναν να σταματήσει. Οι πολιτικές κοινωνικής στήριξης των λαϊκών εισοδημάτων που εισήγαγε τα δυο πρώτα χρόνια της προεδρίας του αναπλήρωσαν εν πολλοίς τις απώλειες των προηγούμενων 5 ετών, αλλά ο πληθωρισμός που πυροδοτήθηκε από τον μονοπωλιακό έλεγχο της οικονομίας του Περού κυρίως από αμερικανικές πολυεθνικές, εξανέμισε τα όποια οφέλη για την εγχώρια αγορά.

Ταυτόχρονα, εμφανίστηκε στον ορίζοντα – καθόλου τυχαία – το «φωτεινό μονοπάτι» (Sendero Luminoso) μια αντάρτικη συμμορία με ιδεολογικές αναφορές στον Μάο, η οποία ανέλαβε το χτύπημα των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων και των άλλων υποδομών της χώρας. Ο Γκαρσία στον πανικό του επέτρεψε στο «βαθύ κράτος» να αναλάβει τα ηνία και η σφαγή γενικεύτηκε με όρους εμφυλίου. Το 1990 ανατρέπεται με πραξικόπημα από τον φασίστα Φουτζιμόρι, ο οποίος μετατρέπει το Περού σε πειραματόζωο του ΔΝΤ και του νεοσυντηρητισμού εξ ΗΠΑ.

Ποτέ και πουθενά…

Μια ακόμη τραγική αποτυχία ενός σχεδίου επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους με την συναίνεση των δανειστών και του ΔΝΤ. Σ’ ολόκληρη την ιστορία των κρίσεων χρέους, καμιά χώρα δεν γλύτωσε – έστω και προσωρινά – από τα νύχια των δανειστών, με ότι αυτό συνεπάγεται για τον λαό, με διαπραγμάτευση που βασίζεται σε από κοινού συμφωνία. Θα τα καταφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς να έχει ιδέα για το τι κάνει το δημόσιο χρέος της χώρας βιώσιμο; Και μάλιστα εντός της ευρωζώνης που επιτρέπει στους δανειστές να ελέγχουν σχεδόν απόλυτα την οικονομία της χώρας, ελέγχοντας το νόμισμα και το τραπεζικό σύστημα;

Για να έχουμε μια καθαρή εικόνα της πορείας του δημόσιου χρέους της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια παραθέτουμε τον παρακάτω πίνακα.... ΕΔΩ: http://dimitriskazakis.blogspot.gr/2014/04/blog-post_26.html

Σύμφωνα με τον πίνακα η εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους έχει εκτιναχθεί από το 42,3% επί του συνόλου των εισπράξεων της ελληνικής οικονομίας από εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών το 2001 στο 107, 2% το 2009 για να φτάσει το 2013 στο 94,1% μόνο προσωρινά. Κι ο λόγος είναι γιατί από το 2014 η εξυπηρέτηση θα αυξηθεί τόσο ως προς τους πληρωτέους τόκους, όσο και ως προς τα ληξιπρόθεσμα.

Το ίδιο δείχνει και η σύγκριση με το Καθαρό Εθνικό Διαθέσιμο Εισόδημα. Από το 17,7% του ΚΕΔΕ που απορροφούσε η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους το 2001 έφτασε στο 31,0% το 2009 για να καταλήξει στα 46,6% το 2013. Να γιατί υπάρχει αυτή η διαρκής δραματική συρρίκνωση του εθνικού εισοδήματος και ο δραστικός περιορισμός τόσο της εγχώριας καταναλωτικής δαπάνης – που έχει οδηγήσει σε κατακόρυφη πτώση την εγχώρια αγορά – αλλά και της επενδυτικής δαπάνης.

Να σημειώσουμε εδώ ότι οι επενδύσεις, ιδίως παγίου κεφαλαίου, ήδη από το 2011 έχουν αρχίσει να υστερούν έναντι των αποσβέσεων παγίου κεφαλαίου στην ελληνική οικονομία. Αποσβέσεις παγίου κεφαλαίου εννοούμε την ηθική και υλική φθορά των παραγωγικών μέσων και όλων των υποδομών που διαθέτει η ελληνική οικονομία σε επίπεδο επιχείρησης, κράτους και νοικοκυριού. Φανταστείτε λοιπόν τι σημαίνει για μια οικονομία να μην μπορεί με τις επενδύσεις της ούτε καν να αναπληρώσει την φθορά του παραγωγικού εξοπλισμού και των υποδομών της.

Ποια ανάκαμψη και κουραφέξαλα όταν το 2013 οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου μόλις και μετά βίας ανήλθε στο 48,2% των συνολικών αποσβέσεων παγίου κεφαλαίου της ίδιας χρονιάς. Την περίοδο 2011-2013 η ελληνική οικονομία έχασε παραγωγικό εξοπλισμό και υποδομές, χωρίς να μπορεί να τα αναπληρώσει με νέες επενδύσεις, αξίας 47,8 δις ευρώ! Δηλαδή, για να υπάρξει ανάκαμψη θα πρέπει να δαπανηθούν κοντά στα 50 δις ευρώ μόνο και μόνο για να αναπληρωθεί η ηθική και υλική φθορά του παραγωγικού εξοπλισμού, των μέσων και των υποδομών της ελληνικής οικονομίας. Μόνο και μόνο για να πούμε ότι βάζουμε φρένο στην κατηφόρα. Για φανταστείτε να έχουμε να εξυπηρετήσουμε και το δημόσιο χρέος από πάνω;

Να γιατί κανείς δεν τολμά να μιλήσει συγκεκριμένα. Τι να πει όταν οι αριθμοί είναι αμείλικτοι και οδηγούν μόνο σε ένα συμπέρασμα: συνολική διαγραφή του χρέους με απόφαση μιας αληθινά πατριωτικής και δημοκρατικής κυβέρνησης, που δεν θα μπλοφάρει με τους δανειστές, ούτε θα παίζει μαζί τους τις κουμπάρες με την φρούδα ελπίδα να τους πείσει, αλλά θα ξέρει πώς να οδηγήσει με αποφασιστικότητα την χώρα και το λαό μακριά από το σημερινό απόλυτα καταστροφικό αδιέξοδο. Και ως προς αυτό, μόνο το ΕΠΑΜ έχει καταθέσει συγκεκριμένη πρόταση για το πολιτικό σχέδιο διεξόδου των πρώτων 100 κρίσιμων ημερών μιας νέας διακυβέρνησης προς το συμφέρον της πατρίδας και του λαού.

Δημοσιεύτηκε στο Χωνί, 19/4/2014