Το Κατόρθωμα του Υποπλοίαρχου Νικολάου Βότση
από: http://www.istorikathemata.com/2014/04/blog-post.html
(το άρθρο αναδημοσιεύεται χάρις την γραπτή άδεια του συγγραφέα τον οποίο και ευχαριστούμε)
«Πώς μας θωρείς ακίνητος; πού τρέχει ο λογισμός σου …»
«Πώς μας θωρείς ακίνητος; πού τρέχει ο λογισμός σου …»
Βαλαωρίτης
Κάθε φορά που περνάω από την παραλία της Θεσσαλονίκης, δίπλα ακριβώς από τον «Λευκό Πύργο», οι στίχοι αυτοί του Βαλαωρίτη περνούν από το μυαλό μου! Βέβαια, ο ποιητής αναφέρεται στο Πατριάρχη Γρηγόριο το Ε΄, αλλά νομίζω ταιριάζουν και στον ήρωα Ναύαρχο, ο οποίος στέκεται ακίνητος και μας θωρεί! Αλλά, ποιος ήταν ο Ναύαρχος Βότσης; Ποιο το κατόρθωμά του που άξιζε μια τέτοια τιμή; Άγαλμα σε περίοπτη θέση, ακριβώς στην παραλία, ατενίζοντας τον Θερμαϊκό Κόλπο;
Ο Νικόλαος Βότσης γεννήθηκε στην Ύδρα το 1877 και ήταν γιός του Ιωάννη Βότση και της Μαρίας Κουντουριώτη. Καταγόταν από παλιές οικογένειες και ήταν ανιψιός του Παύλου και του Ιωάννη Κουντουριώτη καθώς και δισέγγονος του Γεωργίου Κουντουριώτη. Αποφοιτώντας από τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων τοποθετήθηκε στο θωρηκτό (Θ/Κ) ΥΔΡΑ με το οποίο έλαβε μέρος στον θαλάσσιο αποκλεισμό της Κρήτης στις αρχές του 1897.
Στη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου πέτυχε κάτι που θεωρούνταν ακατόρθωτο. Με τις πρώτες ναυτικές συμπλοκές στις 18 Οκτωβρίου του 1912, κυβερνώντας το Τορπιλοβόλο 11 κατάφερε να εισέλθει στο οχυρωμένο λιμάνι της Θεσσαλονίκης χωρίς να γίνει αντιληπτός και να βυθίσει το τουρκικό πολεμικό «ΦΕΤΙΧ ΜΠΟΥΛΕΝΤ» 3.000 τόνων. Μετά από την επιτυχία του αυτή κυβέρνησε τα Θ/Κ ΚΙΛΚΙΣ και ΛΗΜΝΟΣ και διετέλεσε Ύπατος Αρμοστής στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1921 - 1922. Προήχθη σε υποναύαρχο και αποστρατεύθηκε κατόπιν αιτήσεώς του το 1922. Απεβίωσε το 1934.
Ήταν Οκτώβριος, λοιπόν, του 1912 όταν άρχιζε η εποποιία του Ελληνικού
Στρατού για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, της Ηπείρου και των νησιών του Αιγαίου. Η αρχή έγινε με την περίφημη Μάχη του Σαρανταπόρου, την εκπόρθηση του οχυρών στενών που οι Τούρκοι, αλλά και οι διεθνείς στρατιωτικοί παρατηρητές θεωρούσαν απόρθητα. Ο δε οργανωτής του Τουρκικού Στρατού φον Ντερ Γκόλτς είχε πει ότι τα στενά του Σαρανταπόρου θα ήταν ο τάφος του Ελληνικού Στρατού. Μετά τη νίκη στο Σαραντάπορο ο ΕΣ, με 5 από τις 7 Μεραρχίες του, πέρασε τον ποτ. Αλιάκμονα και αναπτύχθηκε με το Γενικό Στρατηγείο να έχει έδρα του την Κοζάνη, προς τα στρατηγικά σημεία της Δυτ Μακεδονίας (Βελβενδό, Πτολεμαΐδα, Σιάτιστα), με το δίλημμα να κινηθεί βόρεια με κατεύθυνση το Μοναστήρι και να ενωθεί με τους Σέρβους, ή ανατολικά με κατεύθυνση προς Βέροια και Θεσσαλονίκη. Στις 13 Οκτ 1912 και με τη συνεχή και γρήγορη προέλαση του Στρατού μας, το Γενικό Στρατηγείο έλαβε δύο τηλεγραφήματα, το ένα του Ελ. Βενιζέλου και το άλλο του Λ. Κορομηλά, Υπουργού Εξωτερικών, που μετέφεραν την επιθυμία της κυβερνήσεως να καταληφθεί το συντομότερο δυνατό η Θεσσαλονίκη.
Στις 14 Οκτ ελήφθη η απόφαση το μεγαλύτερο μέρος του Στρατού μας να κινηθεί προς Βέροια και Θεσσαλονίκη, ενώ η ΥΙΙη Μεραρχία να κινηθεί προς την Κατερίνη, την οποία απελευθέρωσε την 16η Οκτ, ενώ η ΙΙα Μεραρχία απελευθέρωνε την Βέροια. Άνοιγε ο δρόμος προς την Θεσσαλονίκη, με μάχες στην Νάουσα και στα οχυρωμένα Γιαννιτσά, όπου ο Τούρκος αρχιστράτηγος Χασάν Ταξίμ πασάς είχε αποφασίσει να αντιμετωπίσει τον προελαύνοντα Ελληνικό Στρατό. Μετά από σκληρές μάχες στις 11:00 της 20ης Οκτ Ελληνικές μονάδες εισέρχονται στα Γιαννιτσά, επιτυγχάνοντας δεύτερη σημαντική νίκη κατά του Τουρκικού Στρατού.
Ο Αρχιστράτηγος Διάδοχος Κωνσταντίνος, στην Ημερησία Διαταγή της 21ης Οκτ 1912 έγραφε μεταξύ άλλων: «… η νίκη των Γιαννιτσών συμπληροί την του Σαρανταπόρου και αποτελεί δια τον Ελληνικόν Στρατόν νέον τίτλον τιμής και δόξης». Και είχε απόλυτο δίκαιο, γιατί αν η νίκη του Σαρανταπόρου άνοιξε τον δρόμο για την απελευθέρωση της Δυτ Μακεδονίας, η νίκη στα Γιαννιτσά οδηγούσε στην απελευθέρωση της Κεντρικής Μακεδονίας και ιδιαίτερα της Θεσσαλονίκης.
Η ΥΙΙη Μεραρχία και η Ταξιαρχία Ιππικού θα κινούνταν από τη Χαλάστρα, η ΙΙΙη ΜΠ από το Ανατολικό (Βαλμάδα), η Ιη ΜΠ μεταξύ Βαλμάδας και σιδηροδρομικής γέφυρας, η ΙΥη ΜΠ από το Αμμοχώρι. Την διάταξη αυτή των Ελληνικών δυνάμεων ξηράς κατά την πορεία τους προς την Θεσσαλονίκη, κάλυπτε το Ελληνικό Ναυτικό με τα τορπιλοβόλα 11 και 15, με διοικητή τον κυβερνήτη του υπ΄ αριθμ. 15 πλωτάρχη Κ. Μαλικόπουλο, ενώ στο 11 κυβερνήτης ήταν ο υποπλοίαρχος Ν. Βότσης. Υπόψιν ότι οι σύμμαχοι της Ελλάδος στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο δεν διέθεταν αξιόλογο στόλο, ενώ αντίθετα ο Ελληνικός Στόλος ήταν αξιόμαχος και έτοιμος να αντιμετωπίσει τον πανίσχυρο Τουρκικό που κάλυπτε το ασιατικό και ευρωπαϊκό τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Αυτόν τον στόλο αντιμετώπιζε ο υπερήφανος Ελληνικός, που είχε ως βασικά του πλεονεκτήματα την άρτια εκπαίδευση των πληρωμάτων του, την ναυτική παράδοση της Ελλάδος, την εμπνευσμένη διοίκησή του υπό τον ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη με το σημαντικό πλεονέκτημα του θωρηκτού ευδρόμου «ΑΒΕΡΩΦ». Βεβαίως, ο Ελληνικός Στόλος πλαισιώνονταν από τα τρία θωρηκτά «ΣΠΕΤΣΕΣ», «ΥΔΡΑ» και «ΨΑΡΑ», τα αντιτορπιλικά «ΑΕΤΟΣ», «ΛΕΩΝ», «ΠΑΝΘΗΡ» και «ΙΕΡΑΞ», τα «ΚΕΡΑΥΝΟΣ», «ΝΕΑ ΓΕΝΕΑ», οκτώ άλλα μικρά αντιτορπιλικά, ένα υποβρύχιο το «ΔΕΛΦΙΝ», πέντε παλαιά τορπιλοβόλα, οκτώ κανονιοφόρους, ένα παλαιό ναρκοβόλο το «ΚΑΝΑΡΗΣ», μία ναρκοθέτιδα και οπλιταγωγό την «ΣΦΑΚΤΗΡΙΑ».
Απέναντι στον Ελληνικό Στόλο ο Τουρκικός, σχεδόν ισοδύναμος και με ισχυρό πλεονέκτημα το απρόσβλητο ορμητήριο των Στενών, απ΄ όπου μπορούσε να εισέρχεται και να εξέρχεται για επισκευές και ανεφοδιασμό κάτω από την προστασία ισχυρών πυροβολείων. Έτσι, ο Ελληνικός Στόλος όφειλε να περιπολεί συνεχώς έξω από τα Δαρδανέλλια για να αντιμετωπίσει την ενδεχόμενη έξοδο του Τουρκικού Στόλου.
Η υπεροχή του Ελληνικού Στόλου φάνηκε από τις πρώτες επιχειρήσεις. Κατά τα πρώτα στάδια των επιχειρήσεων μια καταδρομική επιχείρηση τορπιλοβόλου ανέβασε το ηθικό του Στόλου στα ύψη. Ήταν το κατόρθωμα του υποπλοιάρχου Ν. Βότση. Εκείνες τις ημέρες, τα τορπιλοβόλα 11 και 15 και το οπλιταγωγό «ΣΦΑΚΤΗΡΙΑ» ευρίσκονταν ανοικτά των ακτών της Πιερίας με αποστολή τον εφοδιασμό και την κάλυψη της ΥΙΙης ΜΠ, η οποία είδαμε ότι προήλαυνε προς την Θεσσαλονίκη σε σχεδόν παράλληλη πορεία με τον ποτ. Αξιό.
Ν. Βότσης |
Με την κήρυξη του πολέμου, και ευρισκόμενος στη Σκιάθο, υπέβαλε αναφορά στο Υπουργείο Ναυτικών, ζητώντας την άδεια να πραγματοποιήσει την επιδρομή αυτή. Το Υπουργείο ενέκρινε το εγχείρημα. Και όταν την 1ηΟκτ 1912 έφθασε στη μακεδονική παραλία, έθεσε σε εφαρμογή το σχέδιό του: απλό και τολμηρό, είσοδος στον Θερμαϊκό Κόλπο δια των αβαθών των εκβολών του Αξιού. Σχέδιο στο οποίο απαιτούνταν όχι τόσο θεωρητικές ναυτικές γνώσεις, όσο ναυτική πείρα και γνώση του θαλασσίου χώρου.
Στην πραγματοποίηση του σχεδίου του τον βοήθησε, εκτός των ναυτικών ικανοτήτων του, ο κυβερνήτης μικρού ιστιοφόρου που έκαμε συχνά το ταξίδι Σκάλα Λιτοχώρου – Θεσσαλονίκη, ο Μιχαήλ Κουφός από το Λιτόχωρο και ο φίλος του Νικ. Βλαχόπουλος, ναυτικός κι αυτός που γνώριζε καλώς το υδάτινο αυτό δρομολόγιο. Εκείνες τις ημέρες οι δύο Λιτοχωρινοί αισθάνονταν ιδιαιτέρως ευτυχείς, αφού ο Ελληνικός Στρατός μόλις είχε απελευθερώσει το Λιτόχωρο. Αυτοί λοιπόν οι ατρόμητοι ναυτικοί συντρόφεψαν τον Βότση στο τολμηρό εγχείρημά του. Στο Λιτόχωρο, ο Βότσης λίγο πριν αναχωρήσει για τον Θερμαϊκό, ανέβηκε στο Τ 15 και την «ΣΦΑΚΤΗΡΙΑ» και αποχαιρέτησε τους συναδέρφους του. Από εκεί, βγήκε έξω από τον όρμο κατευθυνόμενος προς τη Σκάλα Ελευθεροχωρίου. Περνώντας δίπλα από τα δύο πολεμικά έστειλε δια βραχιόνων το εξής σήμα: «Το Τορπιλοβόλον 11 πριν αποπειραθή να γράψη μίαν σελίδα της ιστορίας του πολέμου σας αποχαιρετά».
Στο μεταξύ, και ενώ είχε αποπλεύσει ο Βότσης, το Υπουργείο Ναυτικών διέτασσε τηλεγραφικά το Τ 11 να μην επιχειρήσει κατά του «ΦΕΤΙΧ ΜΠΟΥΛΕΝΤ», διότι ήταν πλέον άοπλο. Τα πυροβόλα του τα είχαν παραδώσει στη τουρκική φρουρά της Θεσσαλονίκης για την οχύρωση του Καραμπουρνού. Ο Βότσης δεν γνώριζε την νεώτερη διαταγή των ανωτέρων του και γύρω στις 21:00 εστράφη προς τον Θερμαϊκό. Η βραδιά εκείνη ήταν κατασκότεινη και ο αέρας που κατέβαινε από τα μακεδονικά βουνά παγερός, ο δε ουρανός συννεφιασμένος. Όταν έφθασε, μετά από ένα δίωρο περίπου, στον Θερμαϊκό οι προβολείς του Καραμπουρνού φώτιζαν την είσοδό του, αλλά ο Βότσης προχώρησε στις εκβολές του Αξιού, όπου δεν έφθαναν οι προβολείς. Τράβηξε αριστερά προς τα αβαθή των εκβολών του Αξιού και τον μικρό φωτοβόλο σημαντήρα των αβαθών και συνέχισε ολοταχώς προς τον μυχό του κόλπου.
Στις 23:20΄ ο Βότσης έβλεπε καθαρά το τουρκικό αντιτορπιλικό που είχε την πρώρα στραμμένη δυτικά. Εμπρός από τον Λευκό Πύργο ήσαν αγκυροβολημένα ένα ρωσικό, ένα αγγλικό, ένα αυστριακό, ένα γαλλικό πολεμικό και μερικά επιβατηγά και φορτηγά πλοία. Ο Βότσης είχε τώρα το «ΦΕΤΙΧ ΜΠΟΥΛΕΝΤ» στα 150 μέτρα, οπότε και έδωσε το παράγγελμα της εκσφενδόνισης κατ΄ αυτού της δεξιάς πρωραίας τορπίλης του και αμέσως μετά της αριστεράς πρωραίας. Το κτύπημα ήταν καίριο στην δεξιά πλευρά της καπνοδόχου, προκαλώντας μεγάλο πάταγο και ανοίγοντας ρήγμα στο θωρηκτό, το οποίο άρχισε να βυθίζεται ταχύτατα. Αμέσως ο Βότσης ανεπόδισε ολοταχώς απομακρυνθείς της εκρήξεως, ενώ το «ΦΕΤΙΧ ΜΠΟΥΛΕΝΤ» εξακολουθούσε να βυθίζεται κλίνοντας δεξιά με την πρώρα του. Πριν απομακρυνθεί, κατά την αναφορά του ιδίου του Βότση, το ελληνικό τορπιλοβόλο εκσφενδόνισε την τορπίλη του καταστρώματος, η οποία και εξερράγη πάνω στον κυματοθραύστη με μεγάλο κρότο, ο οποίος στο Τ 11 ακούστηκε σαν πυροβολισμός από την ξηρά.
Στη συνέχεια, το τορπιλοβόλο μας ανέπτυξε ολόκληρη την ταχύτητά του και πέρασε απαρατήρητο από το ίδιο δρομολόγιο των αβαθών, βάλλοντας μάλιστα ειρωνικά μια βολή κατά των φρουρών του Καραμπουρνού από απόσταση 2.500 μέτρων, σαν να τους έλεγε ότι ματαίως κοπιάζουν να κινηθούν προς καταδίωξή του. Άλλωστε, όπως λέει ο Βότσης στην αναφορά του, τους είχε υποσχεθεί αυτήν την βολή.
Το «ΦΕΤΙΧ ΜΠΟΥΛΕΝΤ» βυθιζόταν κι έπαιρνε μαζί του στα κρύα νερά του Θερμαϊκού τον ιμάμη του πλοίου κι έξι ναύτες, οι οποίοι εκείνη την ώρα κοιμόταν. Το λοιπό πλήρωμα είτε ρίφθηκε στη θάλασσα για να σωθεί, είτε επιβιβάσθηκε στις σωστικές λέμβους. Ήταν νύκτα σκοτεινή και παγερή, ήρεμη, ωστόσο, μολονότι ο Ελληνικός Στρατός δεν ήταν και τόσο μακριά από τη Θεσσαλονίκη και οι εκρήξεις των τορπιλών εξελήφθησαν από τους Τούρκους της Θεσσαλονίκης ως εκρήξεις βομβών που έρριπταν εκείνες τις δύσκολες, γι΄ αυτούς ημέρες, αντιδραστικά στοιχεία. Έτσι το εξέλαβε και ο δυστυχής κυβερνήτης του «ΦΕΤΙΧ ΜΠΟΥΛΕΝΤ» που την ώρα της βυθίσεώς του ευρίσκονταν στην ξηρά για να συζητήσει την αποστολή ανιχνευτικής περιπόλου με ρυμουλκό ως τα αβαθή των εκβολών του Αξιού, επειδή φοβούνταν απόβαση τμημάτων του στρατού μας. Ίσως να ήταν το εξοπλισμένο ρυμουλκό «ΤΕΣΧΙΛΑΤ», το οποίο μισή ώρα περίπου μετά τη βύθιση του θωρηκτού διατάχθηκε να καταδιώξει τον Βότση και το Τ 11 του.
Ήταν ήδη πολύ αργά. Στις 04:00 το Τ 11 έφθανε στην Βρωμερή[1] Κατερίνης και ο κυβερνήτης του, ο ηρωικός υποπλοίαρχος Βότσης τηλεγραφούσε την αναφορά του στην Αθήνα. Το πρωί συνέχισε την κύρια αποστολή του που ήταν να καλύπτει προστατευτικά την εκφόρτωση τροφίμων για τον προελαύνοντα ΕΣ. Την επομένη της επιτυχίας αυτής του Ν. Βότση, στις 19 Οκτωβρίου εκδίδεται από το Υπουργείο Ναυτικών το ακόλουθο τηλεγράφημα προς όλες τις ναυτικές μονάδες:
"Τορπιλοβόλο 11" υπό Κυβερνήτην Υποπλοίαρχον Ν. Βότσην εισελθόν εσπέρας χθες εις λιμένα Θεσσαλονίκης ετορπίλισεν επιτυχώς τουρκικόν πολεμικόν "ΦΕΤΙΧ ΜΠΟΥΛΕΝ" αφήσαν βυθισμένο. Κατέπλευσεν Αικατερίνη αβλαβές. Συγχαίρω από καρδίας Ελληνικόν Στόλον, πεποιθώς ότι η δράση του, μέχρι τέλους νικηφόρου αγώνος είναι ανταξία ενδόξων παραδόσεων Ελλήνων ναυμάχων"
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΝΑΥΤΙΚΩΝ
Έτσι, γράφηκε μια από τις ωραιότερες σελίδες του ναυτικού πολέμου των Βαλκανικών Πολέμων και μπορεί μεν η βύθιση του τουρκικού θωρηκτού να μην διατάραξε την ισορροπία δυνάμεων των αντιμαχομένων στόλων, ωστόσο το κατόρθωμα του Βότση προκάλεσε φρενίτιδα ενθουσιασμού στην κοινή γνώμη, αφού θύμιζε τα κατορθώματα των πυρπολητών του 1821 και στο ναυτικό και τον στρατό μας αίσθημα τόλμης, αυτοθυσίας και πατριωτισμού. Η Θεσσαλονίκη και η Μακεδονία, μετά από 500 χρόνια σκλαβιάς, ετοιμαζόταν να δεχτεί τον απελευθερωτή στρατό μας στην επική του προέλαση, και μια βδομάδα αργότερα στολίσθηκε με την γαλανόλευκη.
Κάθε Θεσσαλονικιός, κάθε Μακεδόνας, κάθε Έλληνας, ερχόμενος σήμερα στην πόλη, βλέπει στην παραλία της την λευκή προτομή του Ν. Βότση να θυμίζει τα κλέη των βαλκανικών αγώνων και τον ίδιο τον νεαρό υποπλοίαρχο εκείνης της ηρωικής εποχής, άσπιλο και ωραίο, σύμβολο της νίκης και της αιωνίας των Ελλήνων ναυτοσύνης. Τον τιμά και τον ευγνωμονεί. Το σύγχρονο δε, Πολεμικό μας Ναυτικό έδωσε το όνομα του ναυάρχου σε μια από τις Τορπιλακάτους του.
Βιβλιογραφία:
· Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού (1988), «Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΤΟΥ 1912 – 13»
· Ιστοσελίδα του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού: www.hellenicnavy.gr
· Αφιέρωμα Εφημερίδας «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ» (24-10-1010), «Ο Νικόλαος Βότσης και ο τορπιλισμός του ΦΕΤΙΧ ΜΠΟΥΛΕΝΤ».
· Αθαν. Ε. Καραθανάση, «ΟΙ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΤΟΡΘΩΜΑ ΤΟΥ ΥΠΟΠΛΟΙΑΡΧΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΟΤΣΗ», Περιοδικό «ΤΟΛΜΩΝ».
· Η δωρεάν Εγκυκλοπαίδεια του Διαδικτύου “Wikipedia”.