Μυκῆναι, Νοέμβριος 1876…
Ὁ Wilhelm Dörpfeld (στὸ ἄνοιγμα τοῦ τοίχου, πάνω αριστερά) καὶ ὁ Heinrich Schliemann (ἐπάνω ἀπὸ τὴν πύλη, πρὸς τὰ δεξιά) στὴν Πύλη τῶν Λεόντων στὶς Μυκῆνες. Wilhelm Dörpfeld (peeking through a hole in the wall, to the left) and Heinrich Schliemann (with cane and glasses, atop the gate, to the right) at the Lion Gate at Mycenae. source Deutsches Archäologisches Institut Athen
Ἀλήθεια, ἀρ. φύλ. 2764, 18.11.1876
Ἐξ Ἄργους διεβιβάσθη τῇ κυβερνήσει τὸ ἀκόλουθον τηλεγράφημα.
«Ἄργος τῇ 17 Νοεμβρίου.
– Ἐρευνηθέντος σήμερον τοῦ σχεδὸν πλησίον τάφου ἐπαρουσιάσθησαν τὰ ἑξῆς: δύο διαδήματα χρυσᾶ, δύο προσωπίδες χρυσαῖ, ἑτέρα προσωπὶς χρυσῆ μεθ’ ὅλων ὀστῶν κεφαλῆς καὶ χρυσοῦ περικαλύμματος στήθους, ἓν κτένι ὀστέϊνον, οὗ τὸ ἄκρον εἶναι περιδεδημένον χρυσῷ πρὸς κόσμον γυναικείας κεφαλῆς ὡς τὰ συνήθη, σφαιρίδια ὅρμου διάτρητα ἐκ θαλάσσης ἠλέκτρου, δύο κοχλιοειδῆ μικρὰ ἀγγεῖα χρυσᾶ, ἓν ἀγγεῖον χρυσοῦν μόνωτον, δύο ξίφη τεθλασμένα μὲ λαβὰς χρυσῷ περιβεβλημένας.
Πολλὰ κομβία χρυσᾶ διαφόρου μέτρου, τέσσαρες ζῶναι χρυσαῖ, ὧν ἡ μία διῃρημένη εἰς δύο, σκύφος, ἀγγεῖον χρυσοῦν, ἓν βραχιόλιον χρυσοῦν βάρους ἑκατὸν δραμίων, δύο δακτυλίδια χρυσᾶ μετὰ μεγάλης ᾠοειδοῦς σφενδόνης, ἐφ’ ἧς ἐγγεγλυμμέναι μορφαὶ ἀνθρώπων καὶ ζῴων, ἓν ἀγγεῖον ἀργυροῦν κατασυντετριμμένον, μία περικεφαλαία χρυσῆ, εἷς σμικρότατος λέων χρυσοῦς, καθήμενος ἐπὶ βάσεως, τρεῖς πόρπαι χρυσαῖ, ὧν μία κριοφόρος, μία ἔλαφος μολυβδίνη, πολλὰ καὶ διάφορα κομβία καὶ ἕτερα κοσμήματα· 25 αἰχμαὶ βελῶν λίθιναι, δύο κοσμήματα χρυσᾶ περικνημῖδος, διάφορα ὀστέϊνα καὶ κρυστάλλινα ἀντικείμενα μικρά· δέκα καὶ τρεῖς λέβητες χαλκοῖ διαφόρου σχήματος καὶ μεγέθους. Πολλὰ ξίφη καὶ ξιφίδια χαλκᾶ σῶα καὶ τεθλασμένα. Τὸ βάρος τῶν ἀνωτέρω χρυσῶν ἀντικειμένων ὑπερβαίνει τὰς τέσσαρας ὀκάδας…
***
Ἡ ἐφημερίς “Ἀλήθεια” ἀναφέρεται στὸν λακκοειδή Τάφο IV (τοῦ Ταφικοῦ Κύκλου Α) καὶ στὸ περιεχόμενό του, ποὺ ἦρθε στὸ φῶς τὸ Νοέμβριο τοῦ 1876.
Ὁ τάφος ἐντυπωσιάζει μὲ τὸν πλοῦτο καὶ τὸ μέγεθός του. Περιεῖχε τὶς ταφὲς τριῶν ἀνδρῶν καὶ δύο γυναικῶν. Οἱ δύο ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ἦταν τοποθετημένοι ἀπὸ Βορρᾶ, κατ’ ἐξαίρεση τοῦ τυπικοῦ προσανατολισμοῦ ἀπὸ Ἀνατολή πρὸς Δύση. Οἱ τρεῖς χρυσὲς νεκρικὲς προσωπίδες ἀποτελοῦν τὸ κατ’ ἐξοχὴν κτέρισμα τῶν ἀνδρικῶν τάφων, ἐνῶ σὲ μία ταφὴ ἀνήκει ἕνα χρυσὸ επιστήθιο.
Ὁ τάφος ἐντυπωσιάζει μὲ τὸν πλοῦτο καὶ τὸ μέγεθός του. Περιεῖχε τὶς ταφὲς τριῶν ἀνδρῶν καὶ δύο γυναικῶν. Οἱ δύο ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ἦταν τοποθετημένοι ἀπὸ Βορρᾶ, κατ’ ἐξαίρεση τοῦ τυπικοῦ προσανατολισμοῦ ἀπὸ Ἀνατολή πρὸς Δύση. Οἱ τρεῖς χρυσὲς νεκρικὲς προσωπίδες ἀποτελοῦν τὸ κατ’ ἐξοχὴν κτέρισμα τῶν ἀνδρικῶν τάφων, ἐνῶ σὲ μία ταφὴ ἀνήκει ἕνα χρυσὸ επιστήθιο.
Τοὺς νεκροὺς συνόδευαν στὸν τάφο πολύτιμα χρυσά, ἀργυρά καὶ λίθινα ἀγγεῖα, πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ τελετουργικὰ ρυτὰ μὲ περίτεχνη διακόσμηση ἢ ζωόμορφα, μεγάλα χάλκινα σκεύη καὶ πολυάριθμα ὅπλα, ἀνάμεσά τους τὸ περίφημο ἐγχειρίδιο μὲ ἐμπίεστη διακόσμηση κυνηγιοῦ λιονταριῶν. Χρυσά διαδήματα καὶ πολυάριθμα χρυσὰ κοσμήματα, περίτμητα ἐλάσματα σὲ διάφορα σχήματα καὶ ζῶνες ἢ τελαμῶνες στόλιζαν τοὺς νεκρούς. Τὸ σύνολο τῶν τάφων ποὺ ἀνήκουν στὸν Ταφικὸ Κύκλος Α μποροῦν νὰ χρονολογηθοῦν ἀπὸ τὸ τέλος τῆς Μεσοελλαδικῆς Ἐποχῆς ἔως τὴν Ὑστεροελλαδική ΙΙΑ περίοδο, δηλαδὴ ἀπὸ τὸν 16ο αἰώνα π.Χ. ἔως τὶς ἀρχές τοῦ 15ου αἰώνα π.Χ…